ΠΗΓΗ: ΑΠΕ -ΜΠΕ
Ήταν στις αρχές του 1900, όταν οι κάτοικοι της περιοχής της Εορδαίας, σκάβοντας λίγο στο χώμα ανακάλυψαν ότι παίρνει εύκολα φωτιά. Το θέαμα τούς συνεπήρε, τούς εντυπωσίασε και τότε όλοι μιλούσαν για το χώμα που φλέγεται. Άρχισαν έτσι να το χρησιμοποιούν, υποτυπωδώς, για οικιακή χρήση, για θέρμανση. Ωστόσο, το εμπορικό δαιμόνιο των Μικρασιατών Γιώργου Παυλίδη και Κωσταντίνου Αδαμόπουλου τούς οδήγησε, περίπου στα 1930, στην πρώτη συστηματική εκμετάλλευση του λιγνίτη.
Οι εξελίξεις που ακολούθησαν είχαν τη μορφή χιονοστιβάδας.
Το 1937, η ελληνική πολιτεία ανέθεσε στον Γερμανό καθηγητή Κέγκελ να διενεργήσει μια συστηματική έρευνα ώστε να διαπιστωθούν τα αποθέματα του λιγνίτη. Η συγκεκριμένη έρευνα, όπως και εκείνες που ακολούθησαν, ανέδειξαν ένα υπέδαφος πλούσιο σε καύσιμη ύλη.
Έτσι, η Πτολεμαΐδα, κυρίως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, βρέθηκε στο επίκεντρο του πανελληνίου ενδιαφέροντος στον τομέα της ενέργειας, σε μια εποχή κρίσιμη για ολόκληρη τη χώρα. Οι πρώτες υπογραφές μπαίνουν, οι απαραίτητες προετοιμασίες ολοκληρώνονται και το ελληνικό δημόσιο, οι επιχειρηματίες της Δυτικής Μακεδονίας, ακόμη και ο γερμανικός οίκος Φριντ Κρουπ, στο πλαίσιο της συνεργασίας με τη γερμανική κυβέρνηση, συνεργάζονται για το πρώτο εγχείρημα αυτού του μεγέθους στη χώρα: "Το μεγαλύτερο όνειρο που χρόνια ολόκληρα εθέρμαινε τους κατοίκους της επαρχίας μας και έδιδε ελπίδας δια μια καλυτέραν ανάπτυξιν και πρόοδον του τόπου μας, πραγματοποιείται: η λιγνιτοφόρος έκτασις της Εορδαίας, ήτις περικλείει εις το υπέδαφός της εκατομμύρια τόνους λιγνίτου αξιοποιείται πλέον και η περιοχή μας εισέρχεται εις τον βιομηχανικόν τομέα της χώρας, με τα πλέον ευοιώνους προϋποθέσεις δι' ένα λαμπρόν μέλλον", γράφει η εφημερίδα της Πτολεμαΐδας "Επαρχιακή Φωνή", στο φύλλο της που δημοσιεύεται την Κυριακή 4 Αυγούστου 1957.
Το δημοσίευμα αναφέρεται στη θεμελίωση των πρώτων λιγνιτικών έργων από τον βασιλιά Παύλο, παρουσία του επιχειρηματία της περιοχής και αναδόχου του έργου Μποδοσάκη Αθανασιάδη, μελών της κυβέρνησης, των πρεσβευτών της Αμερικής και της Γερμανίας και άλλων επισήμων. Τότε, ο Μποδοσάκης Αθανασιάδης είχε πει με νόημα: "είμαι βέβαιος ότι η περιοχή αυτή, με το μέχρι προ ολίγου ειδυλιακόν αγροτικόν τοπίον της, θα γίνει συντόμως μια περιοχή με σφύζουσαν βιομηχανικήν δραστηριότητα, η οποία θα δώσει λύσιν εις πολλά εκ των προβλημάτων, όχι μόνο της Επαρχίας και του Νομού, αλλά της Μακεδονίας και της Χώρας εν γένει". Έτσι και γίνεται.
Οι εξελίξεις διαδέχονται η μία την άλλη, όπως και τα εγκαίνια των διανοίξεων ορυχείων και η λειτουργία νέων μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας. Πτολεμαΐδα, Νότιο Πεδίο, Καρδιά, Άγιος Δημήτριος και αργότερα Μελίτη Φλώρινας και Αμύνταιο συμμετέχουν ενεργά στην εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων λιγνίτη.
Παράλληλα, η Δυτική Μακεδονία αλλάζει χαρακτήρα και από μια ήπια αγροτική περιοχή γίνεται βιομηχανικό κέντρο. Οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι γίνονται εργάτες στα ορυχεία και τα υπάλληλοι στα εργοστάσιο, ενώ οι επιπτώσεις στο περιβάλλον κάνουν περισσότερο από εμφανή την παρουσία τους.
Όλη αυτή την πορεία, τα όνειρα και τα βιώματα των κατοίκων της περιοχής, τα δημοσιεύματα του Τύπου και τις επιδράσεις των γεγονότων στον ενεργειακό χάρτη της χώρας μας φιλοδοξεί να "κλείσει" μέσα του ο ψηφιακός μουσειακός - εκπαιδευτικός χώρος για την ενέργεια, που πρόκειται να δημιουργηθεί στην Πτολεμαΐδα. "Η ιδέα για τη δημιουργία αυτού του μουσείου ανήκει στη δημοτική αρχή της πόλης, που θέλησε να διατηρήσει την ιστορική διαδρομή ενός τόπου, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τον λιγνίτη. Μέσα από το μουσείο θα μπορεί κάποιος να δει με παραστατικό τρόπο πώς επηρεάστηκε η περιοχή από τη ΔΕΗ και να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για το προς τα που οδεύει στη συνέχεια", λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής του Βιοτεχνικού Πάρκου Πτολεμαΐδας, Κώστας Νίκου.
Το μουσείο θα δημιουργηθεί εντός του χώρου του Βιοτεχνικού Πάρκου που θα αναπτυχθεί σε μια έκταση 560 στρεμμάτων. Συγκεκριμένα, θα στεγαστεί στον χώρο της πρώην λιπασματοβιομηχανίας ΑΕΒΑΛ, η οποία έχει περιέλθει στην ιδιοκτησία του Δήμου. Ήδη, η Αναπτυξιακή Εταιρεία Δυτικής Μακεδονίας ΑΝΚΟ, με χρηματοδότηση από τον ειδικό αναπτυξιακό πόρο για την περιοχή, ξεκινά μουσειογραφική μελέτη, η οποία αναμένεται να δημοπρατηθεί το φθινόπωρο. Κονδύλια για την υλοποίηση του έργου, ύψους 7 εκατομμυρίων ευρώ, θα αναζητηθούν μέσω του ΕΣΠΑ, της ΔΕΗ ή και ιδιωτών, ενώ ο χρονικός ορίζοντας λειτουργίας του μουσείου τοποθετείται σε 2,5 χρόνια από τη δημοπράτηση. "Στόχος του εγχειρήματος είναι το μουσείο να μεταδίδει στον επισκέπτη βιωματικά στοιχεία. Στην παρουσίαση θα επιστρατευτούν η τεχνική της αφήγησης ιστοριών, η βιωματική μάθηση, η έκθεση του τοπικού Τύπου και των σχετικών δημοσιευμάτων, η παράθεση πλούσιου φωτογραφικού υλικού" τονίζει ο κ. Νίκου.
Στην προσπάθεια συμμετέχει πλήθος ειδικών -και όχι μόνο- καθώς πολλοί είναι εκείνοι, που έχουν εργαστεί σκληρά, επί δεκαετίες, για τη διατήρηση του ιστορικού πλούτου της πατρίδας τους. Ένας από αυτούς είναι και ο αρχιμανδρίτης Νικηφόρος Μανάδης,ο οποίο κατάφερε να δημιουργήσει ένα σημαντικό αρχείο, που θα χρησιμοποιηθεί από το μουσείο. Ο ίδιος αγωνίζεται τώρα να "περισώσει" την ιστορία των οικισμών που μετεγκαθίστανται προκειμένου να "προσφέρουν" τη γη τους στη ΔΕΗ. Σημείο αιχμής της προσπάθειάς του είναι οι οικισμοί της Ποντοκώμης και της Μαυροπηγής, για τους οποίους ξεκινούν τώρα οι διαδικασίες της μετεγκατάστασης.
Το νέο μουσείο θα είναι αφιερωμένο στο λιγνίτη, το χώμα που φλέγεται και πρόκειται να αναδείξει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της Πτολεμαΐδας στον ενεργειακό χάρτη της Ελλάδας. Ο επισκέπτης θα μπορεί να δει με τον πιο παραστατικό τρόπο κάθε κομμάτι της ιστορίας της περιοχής. Θα μπορεί, επίσης, να βγάλει και τα δικά του συμπεράσματα για το αν άξιζε τελικά τον κόπο. Επ΄ αυτού ο διευθυντής του Βιοτεχνικού Πάρκου Πτολεμαΐδας, Κώστας Νίκου σχολιάζει: "Η περιοχή γνώρισε μια ανάπτυξη που δεν θα τη γνώριζε, αν δεν υπήρχε ο λιγνίτης. Από χωριό η Πτολεμαΐδα έγινε βιομηχανική πόλη. Από την άλλη, όμως, πλευρά οι επιπτώσεις στο περιβάλλον ήταν μεγάλες και υπάρχουν ακόμη ερωτηματικά για το αν έγιναν οι απαραίτητες αναπλάσεις, τα κρίσιμα περιβαλλοντικά έργα, για το αν η Πτολεμαΐδα πλήρωσε, άδικα ή δικαιολογημένα, μέχρις ενός σημείου, το γεγονός ότι σήμερα το όνομά της αποτελεί συνώνυμο της ρύπανσης".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε εδώ τις προτάσεις, τις σκέψεις, τις ιδέες, τις απόψεις, τα προβλήματα για ότι σας ενδιαφέρει.